Τα αυτοάνοσα νοσήματα, απασχολούν πολύ μεγάλες μερίδες ασθενών. Πρόσφατα στατιστικά δείχνουν ότι 1 στους 5 ανθρώπους πλέον πάσχει από κάποιο αυτοάνοσο, ενώ λόγω της ραγδαίας αύξησης δεν αποκλείεται το ποσοστό να έχει γίνει 1 στους 4.
♦ του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά, MD,
President of European Institute of Nutritional Medicine
Τα αυτοάνοσα νοσήματα είναι νοσηρές καταστάσεις όπου το ανοσολογικό σύστημα αναγνωρίζει στοιχεία του οργανισμού ως ξένα, με αποτέλεσμα να αντεπιτίθεται και να προσπαθεί να τα καταστρέψει.
Όλα τα συστήματα του οργανισμού μας μπορούν πλέον να παρουσιάσουν μια μορφή αυτοανοσίας. Κάθε μέρα ανακαλύπτονται νέα αυτοάνοσα, ενώ τα πλέον χαρακτηριστικά είναι πάνω από 100, με τα πιο γνωστά να είναι η νόσος Hashimoto, η σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ), η ψωρίαση, διάφορες αυτοάνοσες ηπατοπάθειες, ο διαβήτης τύπου 1, κλπ. Διευκρινίζεται δε, ότι ο διαβήτης τύπου 1 είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα, όπου καταστρέφονται τα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη, ενώ ο διαβήτης τύπου 2, που προκαλείται λόγω διατροφής δεν είναι αυτοάνοσο.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα διακρίνονται σε 2 κύριες κατηγορίες:
- Αυτοάνοσα νοσήματα λόγω γενετικής προδιάθεσης
- Αυτοάνοσα νοσήματα λόγω επιγενετικών παραγόντων, όπως είναι το περιβάλλον, η διατροφή, το στρες, η έκθεση σε τοξικό φορτίο, γενικά όπου εκτίθεται ο οργανισμός μας από τη γέννηση του και μετά.
Ο μηχανισμός του στρες
Ο όρος στρες περιεγράφηκε για πρώτη φορά το 1964 από τον Hans Selye. Ο Hans Selye όρισε το στρες ως την απάντηση του οργανισμού σε οποιαδήποτε απότομη αλλαγή. Σε οποιαδήποτε απότομη αλλαγή ο οργανισμός προσπαθεί να κρατήσει την ισορροπία του, και εκκρίνει ορμόνες για να την διατηρήσει. Αυτή η αλλαγή μπορεί να είναι θερμική (κρύο, ζέστη), μηχανική (ένα χτύπημα), ψυχογενής κ.ο.κ.
Έχει πλέον βρεθεί με ποιο τρόπο το στρες επηρεάζει τον φλοιό του εγκεφάλου, τον υποθάλαμο, την υπόφυση και στη συνέχεια όλους τους αδένες στο σώμα. Δηλαδή γνωρίζουμε ακριβώς τα μεταβολικά μονοπάτια που ενεργοποιούνται και καταλήγουν σε αλλαγές της λειτουργίας όλου του οργανισμού. Αυτό ρυθμίζεται μέσα από το συμπαθητικό και το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα.
Σε δυσχερείς συνθήκες ο εγκέφαλος δίνει εντολή στο ορμονικό σύστημα να απελευθερώσει ορμόνες που έχουν σκοπό να αυξήσουν τις αντοχές μας και να προσαρμόσουν τη λειτουργία του οργανισμού σε αυτό που συμβαίνει. Αυτή η αντίδραση έχει στόχο να αυξήσει τις πιθανότητες επιβίωσης σε σχέση με δυσκολίες που προκύπτουν. Οι δυσκολίες έχει όμως μια συγκεκριμένη και περιορισμένη χρονική διάρκεια, από λίγα λεπτά έως μερικές ημέρες. Όταν όμως βιώνουμε συνθήκες έντονου συναισθηματικού ή άλλου βιολογικού στρες που διαρκούν μήνες ή μέχρι και χρόνια, η ικανότητα του οργανισμού μας να ανταποκριθεί και να μετριάσει μια υπερβολική ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος μειώνεται σημαντικά.
Στρες και αυτοάνοσα
Είναι τεκμηριωμένο ότι συνθήκες έντονου ψυχολογικού στρες συμβάλουν στην εμφάνιση αυτοάνοσων νοσημάτων.
Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι συχνά όσοι πάσχουν από κάποια αυτοάνοση διαταραχή, το στρες είναι το κύριο αίτιο εκδήλωσης της νόσου. Ακόμη, κι αν δεν ήταν το κύριο αίτιο εμφάνισης της νόσου, το στρες πυροδοτεί τα περισσότερα νοσήματα ακόμη και αν πάσχει κάποιος από αυτοάνοσο, το στρες λειτουργεί ως μηχανισμός πυροδότησης και έχουμε έξαρση της νόσου.
Το γονιδίωμα (DNA) δεν είναι στατικό, όπως νομίζαμε παλιότερα, δηλαδή αν κάποιος έχει μια προδιάθεση για κάποιο αυτοάνοσο, δε σημαίνει ότι θα το αναπτύξει οπωσδήποτε. Είναι άμεσα συνδεδεμένο με τον τρόπο ζωής ενός ανθρώπου.
Μπορεί κάποιος να έχει μια προδιάθεση, αλλά τηρώντας έναν υγιεινό τρόπο ζωής και εφόσον δεν εκτεθεί σε πολύ έντονο και ξαφνικό στρες, έχει τον ίδιο κίνδυνο με κάποιον που δεν έχει την προδιάθεση. Η απώλεια της ικανότητας ρύθμισης της λειτουργία του ανοσοποιητικού, έχει ως αποτέλεσμα την εκρηκτική ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος και την εμφάνιση μιας υποβόσκουσας αυτοάνοσης ασθένειας. Ανάλογα με τις συνθήκες, τη γενετική προδιάθεση του κάθε ατόμου, το είδος του στρες αλλά και τον τρόπο ζωής πλήττονται και διαφορετικά όργανα. Παράλληλα όμως με την ύπαρξη έντονου και διαρκούς στρες και για να προκύψει μια αυτοάνοση ασθένεια, θα πρέπει να συνυπάρχουν σημαντικές μεταβολικές διαταραχές που οδηγούν σε μια σταδιακά επιδεινούμενη δυσλειτουργία του οργανισμού σε κυτταρικό και βιοχημικό επίπεδο.
Ελλείψεις σε βιταμίνες
Ελλείψεις σε βιταμίνες και μεταλλικά στοιχεία όπως η βιταμίνη D, ο ψευδάργυρος και το μαγνήσιο, η αλλοίωση του μικροβιώματος αλλά και διαταραχές στην ικανότητα του οργανισμού να διαχειριστεί τη φλεγμονή, η αυξημένη πρόσληψη θερμίδων από βιομηχανοποιημένα τρόφιμα, η αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης, η έλλειψη άσκησης και η επιβάρυνση από τοξικούς παράγοντες, συνδέονται όλα με αυξημένη επίπτωση αυτοάνοσων νοσημάτων.
Πριν την εμφάνιση ενός αυτοάνοσου νοσήματος προηγείται μια μακροχρόνια περίοδος όπου δεν υπάρχουν συμπτώματα. Σε αυτό το διάστημα συσσωρεύονται μεταβολικές διαταραχές και συχνά ένα έντονο στρες πυροδοτεί την εμφάνιση συμπτωμάτων όπως πόνοι στις αρθρώσεις για παράδειγμα, στην περίπτωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Στη συνέχεια τα συμπτώματα εμφανίζονται με μεγαλύτερη ένταση και συχνότητα μέχρι να έχουμε μια χρόνια εγκατεστημένη νόσο.
Συνοψίζοντας, καταλήγουμε στα εξής: το άγχος και το στρες είναι παράγοντες που πυροδοτούν μια σειρά αντιδράσεων σε έναν οργανισμό που βρίσκεται ήδη σε διαταραγμένη μεταβολική ισορροπία. Είναι απαραίτητη προϋπόθεση να έχουν προηγηθεί σημαντικές μεταβολικές αλλοιώσεις ώστε το στρες να οδηγήσει στην εμφάνιση κάποιου αυτοάνοσου νοσήματος.
Πηγή: Naturanrg#103