Οι Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσοι του Εντέρου, δηλαδή η ελκώδης κολίτις και η νόσος του Crohn είναι νοσήματα που προκαλούν μια χρόνια και ειδική φλεγμονή, μόνο στο παχύ έντερο η πρώτη και σε ολόκληρο το πεπτικό σύστημα η δεύτερη. Στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι πλέον του ενός εκατομμυρίου ατόμων πάσχουν από ελκώδη κολίτιδα ή νόσο του Crohn. Οι αριθμοί αυτοί είναι σημαντικά χαμηλότεροι στις αναπτυσσόμενες και υποανάπτυκτες χώρες.
Σπύρος Α.Κυβέλλος – Ιατρός, Γ.Γ.΄Ερευνας Διεθνούς Ακαδημίας Κλασικής Ομοιοπαθητικής, www.vithoulkas.com, www.homeopathy.gr, www.classical-homeopathy.gr
Η ακριβής αιτιολογία των δύο αυτών νόσων παραμένει άγνωστη. Η επικρατούσα πάντως άποψη είναι ότι η χρόνια φλεγμονή συνδέεται με μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση μεταξύ γενετικής προδιάθεσης και αρκετών παραγόντων του περιβάλλοντος. Πρόσφατα ανακαλύφθηκαν θέσεις στο ανθρώπινο γονιδίωμα που προδιαθέτουν την εμφάνιση των νοσημάτων αυτών, χωρίς να είναι δυνατόν ωστόσο να τις προκαλέσουν χωρίς το συνδυασμό άλλων περιβαλλοντικών παραγόντων. Μία αλλαγή, μία εκτροπή του ανοσοποιητικού συστήματος λαμβάνει χώρα υπό την επίδραση εξωγενών παραγόντων, βακτηριδιακών, ιογενών, στρεσσογόνων, με αποτέλεσμα τη στόχευσή του εναντίον του γαστρεντερικού σωλήνα και τη δημιουργία φλεγμονής. Οι ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου είναι από τα πλέον χαρακτηριστικά πολυπαραγοντικά νοσήματα, στα οποία η εμφάνιση, πορεία και έκβαση αποτελεί τη συνισταμένη πολλών συνιστωσών.
Ελκώδης κολίτις και νόσος του Crohn: πού διαφέρουν
Τα δύο νοσήματα διαφέρουν βασικά σε ανατομικό και παθολογο-ανατομικό επίπεδο. Ωστόσο και στα δύο εμφανίζονται γενικά συμπτώματα όπως κόπωση, καταβολή, ανορεξία και μερικές φορές πυρετός. Τα συμπτώματα από το έντερο περιλαμβάνουν βλεννοαιματηρές (συνήθως διαρροϊκές) κενώσεις, που μπορούν να συνοδεύονται από τεινεσμό (επίμονη και επαναλαμβανόμενη τάση για αφόδευση) και κολικοειδή (δηλαδή με επαναλαμβανόμενες εξάρσεις και υφέσεις) κοιλιακό πόνο. Μερικοί εμφανίζουν ναυτία ή κάνουν εμετό.
Πολλοί ασθενείς εμφανίζουν συμπτώματα από άλλα όργανα του σώματος, όπως άφθες (μικρές λευκωπές πληγές) του στόματος, αρθρίτιδα (διόγκωση και πόνος στις αρθρώσεις), ερύθημα και γαγγραινώδες πυόδερμα (βαριά νεκρωτική προσβολή του δέρματος), ιριδοκυκλίτιδα (φλεγμονή των οφθαλμών), ηπατοπάθεια (προσβολή του ήπατος), οστεοπόρωση (προσβολή των οστών) και κυψελιδίτιδα ή ίνωση (προσβολή των πνευμόνων).
Υπάρχουν και συμπτώματα που οφείλονται στις επιπλοκές των δύο νόσων. Η χαμηλή απορροφητικότητα βιταμινών και ιχνοστοιχείων οδηγεί σε δυσχέρεια της νυχτερινής όρασης, κώφωση, αγευσία, ευαισθησία στις λοιμώξεις, τριχόπτωση, στειρότητα (στους άνδρες), απώλεια διάθεσης για σεξουαλική επαφή (και στα δύο φύλα),μείωση ανάπτυξης (στα παιδιά), αναιμία (απώλεια σιδήρου ή δυσαπορρόφηση στη βιταμίνη Β12 ή και στο φυλλικό οξύ), δερματοπάθειες, χολολιθίαση (δυσαπορρόφηση χολικών αλάτων) και νεφρολιθίαση (δυσαπορρόφηση οξαλικού οξέος).
Η ελκώδης κολίτις, η οποία προσβάλλει μόνο το παχύ έντερο, στην οξεία φάση χαρακτηρίζεται από τοπικές βλεννοαιματηρές διάρροιες των οποίων η βαρύτητα εξαρτάται από τη σοβαρότητα της νόσου αλλά και από την έκτασή της. Εάν ολόκληρο το παχύ έντερο είναι προσβεβλημένο, η διάρροια μπορεί να είναι πολύ σοβαρή. Εάν πάσχουν μόνο τα τελικά τμήματα (σιγμοειδές και το ορθό), τα κόπρανα μπορεί να είναι πιο σχηματισμένα και να έχουν πρόσμειξη αίματος ή βλέννης. (πηγή: Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας και Διατροφής)
Πρέπει να αναφερθεί και να δοθεί έμφαση στο γεγονός ότι οι ιδιοπαθείς νόσοι του εντέρου εμφανίζονται τα τελευταία χρόνια σε όλο και πιο μικρές ηλικιακές ομάδες πληθυσμού, αναδεικνύοντας ακριβώς την επίταση της επίδρασης των περιβαλλοντικών παραγόντων στο έδαφος υπάρχουσας προδιάθεσης. Η συστηματική χορήγηση χημικών φαρμάκων, ιδιαίτερα αυτών που τροποποιούν αρνητικά τη χλωρίδα του γαστρεντερικού, όπως τα αντιβιοτικά, μειώνοντας τα φιλικά λεγόμενα βακτήρια, παίζει ρόλο κατά κάποιους ερευνητές στο φαινόμενο αυτό. Θεωρείται ότι ένας καθοριστικός παράγοντας στη στροφή του ανοσοποιητικού συστήματος ενάντια στο γαστρεντερικό σωλήνα είναι η μετάλλαξη αυτή της χλωρίδας του. Αυτό ίσως εξηγεί και τη μεγάλη αύξηση της εμφάνισης των νοσημάτων στο δυτικό πληθυσμό, εκεί όπου η συχνή αλόγιστη χορήγηση χημικών φαρμάκων από μικρή ηλικία είναι γεγονός.
Η συμβολή της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής στην πρόληψη και θεραπεία των ιδιοπαθών φλεγμονωδών νόσων του εντέρου είναι σημαντική!
Καταρχήν, η ίδια η αντιμετώπιση των οξέων λοιμώξεων αποφεύγοντας τη χρήση αντιβιοτικών αποτελεί ένα αδιαμφισβήτητα προληπτικό μέτρο. Η ενίσχυση της κυτταρικής ανοσίας, της ανοσολογικής μνήμης των ουδετερόφιλων κυττάρων έναντι των βακτηριδίων, που συντελείται με την Ομοιοπαθητική αποτρέπει την αυτοάνοση εκτροπή της άμυνας προς τον ίδιο τον οργανισμό.
Η ενίσχυση της φυσικής αμυντικής αντίδρασης του οργανισμού σε μία λοίμωξη, προς την «όμοια κατεύθυνση» είναι απόλυτα ορθολογιστική θεραπεία και οδηγεί στην εκπαίδευση του οργανισμού και στην αποτροπή υποτροπών των λοιμώξεων. Είναι σημαντικό να αναφερθεί επίσης, ότι η έγκαιρη χορήγηση ομοιοπαθητικής με την πρώιμη εμφάνιση των συμπτωμάτων της φλεγμονώδους κολίτιδας μπορεί να αποβεί καθοριστική για την περαιτέρω εξέλιξη και πορεία της νόσου.
Εάν η Ομοιοπαθητική θεραπεία δοθεί εγκαίρως, με την εμφάνιση των πρώτων κιόλας συμπτωμάτων, πριν καταστεί αναγκαία η χορήγηση ισχυρών ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, ενισχύεται πολύ η πιθανότητα πιο μόνιμων θεραπευτικών αποτελεσμάτων. Αντίθετα, αυτή η πιθανότητα μειώνεται εξαιρετικά όταν της Ομοιοπαθητικής αγωγής έχει προηγηθεί επί μακρόν ισχυρή ανοσοκατασταλτική αγωγή.
Ο ανοσολογικός επαναπροσδιορισμός που επιχειρείται με την Ομοιοπαθητική θεραπεία απαιτεί ένα ενεργό ανοσοποιητικό σύστημα για να επιτευχθεί. Όταν για παράδειγμα σε έναν έφηβο με ελκώδη κολίτιδα και παλαιό ιστορικό υποτροπιαζουσών αμυγδαλίτιδων με πολλαπλές χορηγήσεις αντιβίωσης, δοθεί Ομοιοπαθητική θεραπεία, τότε η επανεμφάνιση μία οξείας λοίμωξης του ανώτερου αναπνευστικού, μίας αμυγδαλίτιδας θα είναι μία πάρα πολύ καλή ένδειξη αντίδρασης του ανοσοποιητικού που δεν πρέπει να κατασταλεί για μία ακόμα φορά.
Μία τέτοια στιγμή είναι κομβική στην εξέλιξη της πορείας του ανοσοποιητικού, προς τη σωστή ανοσολογική απάντηση, ή στη λανθασμένη αυτοάνοση και θα πρέπει να υποστηριχθεί σωστά προς την «όμοια κατεύθυνση» μέσω της Ομοιοπαθητικής θεραπείας. Έντονα κατασταλτικές θεραπείες σε τέτοιες ευαίσθητες κομβικές στιγμές της ανοσολογικής ιστορίας του οργανισμού, θα συντελέσουν στην αρνητική εδραίωση του αυτοάνοσου νοσήματος. Περαιτέρω θα απαιτηθεί η χρήση περισσότερο ισχυρών ανοσοκατασταλτικών, και η αντίδραση μέσω Ομοιοπαθητικής θεραπείας θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη έως αδύνατη.
Στην ορθή Ομοιοπαθητική θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, σημαντικότατη έως και καθοριστική είναι η γνώση και εφαρμογή των κανόνων της θεωρίας των επιπέδων υγείας του Καθ. Γ.Βυθούλκα.
Δεδομένου του χαμηλού, ως επί το πλείστον, επιπέδου υγείας των ασθενών αυτών, η ακριβής ομοιοπαθητική συνταγογράφηση, ιδιαίτερα κατά τη φάση της εμφάνισης ενός οξέος περιστατικού, θα καθορίσει συχνά και την πορεία ανόδου του επιπέδου αυτού. Τα οξέα περιστατικά που εμφανίζονται, κατά τη διάρκεια της ομοιοπαθητικής αγωγής, ύστερα από πολυετή προηγηθείσα χημική καταστολή του ανοσοποιητικού, μπορεί να είναι πολύ σοβαρά και απαιτούν ειδικούς χειρισμούς. Από την εμπειρία των κλινικών περιπτώσεων, τα πιο συχνά οξέα περιστατικά που εμφανίζονται στη φάση αυτή είναι οξείες ουρολοιμώξεις, και σοβαρές δοθιηνώσεις. Ειδική προσοχή πρέπει να δοθεί σε περιπτώσεις που, παράλληλα με τη φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, υποβόσκουν οροαρνητικές αρθρίτιδες που εμφανίζονται ξανά, ενώ ήταν υπό καταστολή λόγω της ανοσοκατασταλτικής αγωγής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν πρέπει να γίνεται αβίαστα αλλαγή του ομοιοπαθητικού φαρμάκου, πριν ο οργανισμός μας δώσει καθαρά συμπτωματολογικά στοιχεία.
Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός να κατανοήσουμε ότι στη βρεφική και παιδική ηλικία ο εγκέφαλος και το ανοσοποιητικό σύστημα απαιτούν εκπαίδευση.
Ανάλογα με τις πληροφορίες που εξωγενώς θα λάβουν από το περιβάλλον, θα αντιδρούν και στη συνέχεια. Εάν κατανοήσουμε τις κομβικές στιγμές της ιστορίας του ανοσοποιητικού συστήματος ενός οργανισμού θα δούμε ότι συχνά, πριν από την εμφάνιση αυτοάνοσων ιδιοπαθών νόσων, όπως αυτές των ιδιοπαθών φλεγμονωδών νόσων του εντέρου, έχει προηγηθεί κάποια ένδειξη ανοσολογικής εκτροπής, παράδειγμα η αδυναμία του οργανισμού να ανεβάσει υψηλό πυρετό σε μία οξεία λοίμωξη. Παρόμοια και μέσα στα πλαίσια της νευρο-ανοσολογίας, μπορεί να έχει προηγηθεί μία επί μακρόν αδυναμία του ατόμου να κινηθεί και να λειτουργήσει στα πλαίσια της φυσιολογικής του ψυχο-συναισθηματικής του ισορροπίας, γεγονός που μεταβάλλει αντιστοίχως και την ανοσολογική του ισορροπία. Ψυχοπιεστικές καταστάσεις, που οδηγούν σε μείωση για παράδειγμα της κυκλοφορούσας σεροτονίνης που δίνει ευεξία στον οργανισμό και παράγεται σε μεγάλο βαθμό στο έντερο, θα επηρεάσουν και την παραγωγή Τ-λεμφοκυττάρων και την περαιτέρω γενική άμυνα.
Αυτό που διαφεύγει στη συμβατική θεώρηση των νοσημάτων και οδηγεί στην αδυναμία αιτιολόγησης και αποτελεσματικής θεραπείας των ιδιοπαθών νόσων, όπως των φλεγμονωδών του εντέρου, είναι η πολυπλοκότητα του οργανισμού και η εφαρμογή της νευρο-ανοσο-ψυχοπαθολογίας στη θεραπευτική πράξη, εφαρμογή που είναι η βάση της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής, διάγνωσης και θεραπείας.
Πηγή: NaturaNrg #48