Η ελληνική γλώσσα έχει ακρίβεια και δύναμη. Ας της δώσουμε τη σημασία που της αξίζει…
Είτε είστε απ’ αυτούς που ανοίγουν βιβλίο μόνο κάθε καλοκαίρι στις διακοπές είτε απ’ αυτούς που διαβάζουν πάντοτε και παντού, όλοι θα συμφωνήσετε ότι ο χρόνος των καλοκαιρινών διακοπών προσφέρεται για απόδραση και μέσα από ένα καλό βιβλίο. Aναζητώντας, λοιπόν ένα καλό μυθιστόρημα στα ράφια των βιβλιοπωλείων, η ματιά μας έπεσε αμέσως στο τελευταίο βιβλίο της Σοφίας Δημοπούλου, «Η Ζωή Απέναντι»
Ναι, με βήματα σταθερά, και συγκροτημένα, η πολιτικός μηχανικός Σοφία Δημοπούλου, πολυγραφότατη τα τελευταία χρόνια, μάς ξανασυστήνει το παλιό καλό κοινωνικό μυθιστόρημα.
Της Μαρίας Γκέκα
Θυμάστε πότε ανακαλύψατε για πρώτη φορά τη δύναμη που έχουν οι λέξεις;
Πάντα αγαπούσα τις λέξεις. Από πολύ μικρή έπαιζα μαζί τους. Όταν δεν ήξερα το όνομα κάποιου αντικειμένου το βάφτιζα με μια δική μου λέξη ανάλογα με τη χρήση του. Η γομολάστιχα γινόταν «μολεσβία», η καρέκλα «καθεστήρα» και πάει λέγοντας. Ήμουν από παιδί ακριβής στη χρήση των λέξεων και αυτό με ακολούθησε και στη συγγραφική μου δουλειά. Έχουμε την τύχη να κατέχουμε ένα πολύ δυνατό εργαλείο, την ελληνική γλώσσα, που κάθε της λέξη έχει ακρίβεια και δύναμη. Ας το συνειδητοποιήσουμε και ας της δώσουμε τη σημασία που της αξίζει.
Έχετε γράψει τέσσερα βιβλία. Αν είχατε απέναντί σας τη συγγραφέα Σοφία Δημοπούλου όταν ξεκινούσε το πρώτο της βιβλίο, τι θα της λέγατε σήμερα;
Ύστερα από σχεδόν πέντε βιβλία- το πέμπτο είναι σχεδόν έτοιμο- και πολλά χρόνια πάλης με τις λέξεις η αλήθεια είναι πως πάντα νιώθω την ίδια ανασφάλεια. Όχι τόσο για το αν το βιβλίο θα αρέσει, αλλά για το αν έχω καταφέρει να μεταδώσω την κεντρική του ιδέα στον αναγνώστη και αν τον έχω αγγίξει στο συναίσθημά του. Αυτός ήταν ο αρχικός μου φόβος, αυτός είναι και τώρα. Αν γυρνούσα πίσω το χρόνο τότε που ξεκινούσα να γράφω το πρώτο μου βιβλίο, θα έλεγα στον εαυτό μου να πάψει να ανησυχεί τόσο, γιατί αυτή την αγωνία της πρώτης φοράς θα την έχει πάντα, πως πρέπει να μάθει να ζει μαζί της. Και πως όσα βιβλία και να γράψει κανείς, πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που αυτό που έγραψες τους άρεσε και κάποιοι που το έκριναν αρνητικά. Οπότε κανείς πρέπει να γράφει με μόνο κριτή τον εαυτό του.
Χωρίς να μας αποκαλύψετε σημεία-κλειδιά της πλοκής, πώς «συναντιούνται» οι ζωές των ηρώων;
Στην πραγματικότητα στο βιβλίο δεν υπάρχουν «ήρωες», αλλά «αντιήρωες» που δεν τολμούν να ζήσουν συνειδητά, υπερασπιζόμενοι τις επιλογές και τα όνειρά τους, αλλά μένουν άτολμοι θεατές των γεγονότων και του ίδιου του βίου τους από την απέναντι όχθη. Αυτός είναι ο κοινός παρονομαστής στις ζωές των πρωταγωνιστών της ιστορίας και πάνω σ’ αυτόν βασίζεται και η κεντρική ιδέα του μυθιστορήματος· το πώς επιλέγει καθένας να βιώσει τη ζωή του. Με θάρρος και δύναμη ψυχής ή απλά ακολουθώντας τη ροή των γεγονότων, υιοθετώντας τις επιλογές άλλων;
Υπήρξε κάποια σκηνή στο «Η Ζωή Απέναντι» που σας δυσκόλεψε καθώς τη γράφατε;
Με δυσκόλεψε πολύ η σκηνή όπου κορυφώνεται η αστυνομική πλοκή, στην παλιά αποθήκη στον Άγιο Δημήτριο. Επειδή δεν είχα εμπειρία από συγγραφή αστυνομικών μυθιστορημάτων, συνεχώς μου ξέφευγε κάποιο στοιχείο που με οδηγούσε σε αντίφαση. Πιστεύω πως τελικά τα κατάφερα να δώσω την αληθοφάνεια που ήθελα στη συγκεκριμένη σκηνή, κρατώντας το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Το «Η Ζωή Απέναντι» έχει μια πολύ δυνατή εικόνα στο εξώφυλλο. Πώς επιλέξατε το συγκεκριμένο εξώφυλλο;
Είχα σκεφτεί τη μορφή μιας γυναίκας να κοιτάει πίσω από ένα παράθυρο. Θα μπορούσε να πει κάποιος πως είναι η Ζωή, η απέναντι γειτόνισσα του βιβλίου ή κάθε ένας από εμάς που είμαστε απλοί θεατές των γεγονότων, ακόμα και του ίδιου μας του βίου. Έδωσα την ιδέα μου στο υπεύθυνο τμήμα του εκδοτικού μου οίκου και εκείνοι βρήκαν αυτή την εικόνα με το πολύ ωραίο χρώμα. Είναι μια εικόνα όμορφη αισθητικά που αποδίδει ακριβώς το νόημα του βιβλίου.
Εκτός από συγγραφέας είστε και πολιτικός μηχανικός. Θεωρείτε πως τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει βήματα στη χώρα μας σχετικά με την «πράσινη δόμηση»;
Τώρα πιάσατε ακριβώς την ευαισθησία μου και την ειδικότητά μου, αφού έχω κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στον περιβαλλοντικό και βιοκλιματικό σχεδιασμό. Πολύ λίγα πράγματα δυστυχώς έχουν γίνει προς αυτή την κατεύθυνση. Σε κάποια θέματα, όπως στην εξοικονόμηση ενέργειας, έχουμε πραγματικά αργήσει ως χώρα. Μόλις πριν λίγο καιρό η χώρα μας ενσωμάτωσε στο ελληνικό δίκαιο την κοινοτική οδηγία για τη λεγόμενη «ενεργειακή απόδοση» και μείναμε σ’ αυτό. Έχουμε πια τη γνώση και την τεχνολογία, έχουμε όμως μια δυσπιστία ως προς την αναγκαιότητα της χρήσης τέτοιων πρακτικών. Σε ατομικό επίπεδο, πρέπει καθένας να σκεφτεί τι πρέπει και τι μπορεί να κάνει στην ιδιοκτησία του, σε συνεργασία με το μηχανικό του. Έτσι θα γίνουν όχι μόνο τα κτίριά μας πιο «πράσινα», λιγότερο ενεργοβόρα και πιο ανθρώπινα, αλλά σιγά σιγά ολόκληρες οι πόλεις μας.
Πηγή: Natura NRG #84